Τι είναι εκείνο που κάνει ένα θεατρικό κοινό να χειροκροτεί όρθιο επί δέκα λεπτά μετά το τέλος μιας παράστασης; Προφανώς είναι κατειλημμένο από ενθουσιασμό, από ένα συναίσθημα που δεν ερμηνεύεται, ούτε καν εκλογικεύεται.
Τον ενθουσιασμό προκαλεί η ερμηνευτική δεινότητα των ηθοποιών, το επίτευγμά τους να σηκώσουν τη ζωή -μέσω της τέχνης- στο ανώτερο νόημά της, όποιο κι αν είναι αυτό για τον κάθε έναν ξεχωριστά θεατή-ακροατή.
Θα γίνει ο καθείς κάτοχος αυτού του ενθουσιασμού και θα τον συμμεριστεί με πολλούς άλλους εάν παρακολουθήσει τα θαυμαστά που συμβαίνουν στο θέατρο «Χώρα» (Αμοργού 20, Κυψέλη, τηλ.: 210-8673945), όπου η μεγάλη μας θεατρίνα Νένα Μεντή σαρκώνει, στην κυριολεξία θαρρείς, την επίσης μεγάλη στιχουργό Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου.
Ενας ανελέητος σαρκασμός και αυτοσαρκασμός ταυτόχρονα για τα πάθη της ζωής, τους πόνους της, τη μικρότητά της και ματαιότητά της, αλλά και για το νόημα που της δίνει ο κάθε ένας, από όπου κι αν προέρχεται, όποιες εμπειρίες έχει βιώσει ως μονάδα-προσωπικότητα.
Η Νένα Μεντή κατορθώνει να καθηλώσει το κοινό για πολλούς λόγους. Πρώτος, νομίζω, είναι η ερμηνεία της· τη μια στιγμή ξυπνά μικρασιατικές μνήμες, την άλλη αναδεικνύει και υπερυψώνει την αναρχία του θηλυκού ανθρώπου μέσα σε μια αρσενικοκρατούμενη κοινωνία, την παράλλη, υμνώντας το λαϊκό τραγούδι σαν μια αντανάκλαση της πραγματικότητας. Εναλλάσσονται οιμωγές και κραυγές χαράς, η ψυχική μεταρσίωση και το ξαφνικό βύθισμα στη λύπη (όχι, όμως, στην απόγνωση).
Ολα τούτα φανερώνονται με μοναδικές ορχηστικές κινήσεις του σώματος, με αναπάντεχους εκφραστικούς μορφασμούς, με απρόσμενες αντιστροφές κοινότοπων και κατεστημένων στερεοτυπιών.
Η λέξη πουτάνα λ.χ., όπως την εκφέρει η Νένα Μεντή βεβαίως, αποκτά ένα βαθύ και ανθρώπινο νόημα, αποδίδοντας την κοινωνιολογική σημασία της και περιφρονώντας τους ηθικισμούς (υποκριτικούς ώς το κόκαλο) και τους απαξιωτικούς ορισμούς της συντηρητικής -τότε και πάντα- ελληνικής κοινωνίας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η ηθοποιός επιχειρεί μια εξιδανίκευση της ηρωίδας, κάτι που δεν το αποφεύγει εν συνόλω, ούτε αποσκοπεί στην αποκάθαρση της έννοιας ώστε να μας την παραδώσει σαν μέγιστο κοινωνικό ψεύδος (που είναι). Την έχει εντάξει, απλώς, στην κοσμοεικόνα (συλλογική) της κοινωνίας και του παράδοξου συνυπάρχειν.
Το λεξιλόγιο, που γίνεται αποδεκτό λόγω της ειλικρίνειας και βαθύτητάς του, απαλλαγμένο από τα κοινωνικά ψεύδη, η «αναρχική» ματιά της ηρωίδας, η αντικαταναλωτική της συμπεριφορά (πουλάει όλα τα οικιακά αντικείμενα για να μπορέσει να ικανοποιήσει το πάθος της για τα χαρτιά), καθώς και η ερμηνεία της Νένας Μεντή (πολύ υψηλών υποκριτικών προδιαγραφών) αφήνουν άναυδο το κοινό, που συγκινημένο χειροκροτεί ασταμάτητα μετά το τέλος της παράστασης.
Είναι εντυπωσιακό. Το έργο παίζεται έξι χρόνια τώρα και ο κόσμος πάντα εκεί. Εμβρόντητος και ενθουσιασμένος. Η παράσταση γαλουχεί γενιές, μάλλον. Αυτοί που το παρακολούθησαν πριν από χρόνια πάνε και ξαναπάνε, με τους φίλους τους, τα παιδιά τους(!), με τους γνωστούς. Τι συμβαίνει λοιπόν;
Μα, αυτή είναι η μαγεία του θεάτρου και η καταξίωση του ηθοποιού. Φεύγεις από το θέατρο άλλος άνθρωπος. Πιο υγιής, πιο πολιτισμένος· αναβαθμισμένος, εξανθρωπισμένος, αναβαπτισμένος στα νάματα του (όποιου) νοήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου