[
Η συζήτηση για το τι είναι τέχνη (στις εικαστικές τέχνες) διαρκεί χρόνια. Το 1917 ήταν η περίφημη «Κρήνη» του Μαρσέλ Ντισάν – ένας στραμμένος στη βάση του υποδοχέας ανδρικών ούρων – , σήμερα είναι η φάρσα δυο εφήβων που ακούμπησαν ένα ζευγάρι γυαλιά στο πάτωμα, σε κάποιο σημείο στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στο Σαν Φρανσίσκο, που αναζωπύρωσε την αντιπαράθεση με κωμικό τρόπο.
Η ιστορία για την «Κρήνη» του Ντισάν είναι λίγο πολύ γνωστή. Τρεις άντρες συναντήθηκαν για γεύμα στη Νέα Υόρκη, τις πρώτες μέρες του Απριλίου του 1917. Ο ζωγράφος Τζόζεφ Στέλα, ο πλούσιος συλλέκτης έργων τέχνης Ουόλτερ Άρσενμπεργκ – αργότερα, γνωστός για τη μανία του ότι τα έργα του Σαίξπηρ τα είχε γράψει ο Μπέικον – και ο Μαρσέλ Ντισάν. Μετά από το γεύμα, σε ιδιαίτερα φιλική ατμόσφαιρα και με πολλή κουβέντα, κατευθύνθηκαν προς το κατάστημα υδραυλικών των JL Mott Ironworks στο νούμερο 118 της Πέμπτης Λεωφόρου. Φτάνοντας εκεί, ο Ντισάν διάλεξε έναν πορσελάνινο υποδοχέα ούρων σε αντρικό ουρητήριο, μοντέλο Bedfordshire. Επιστρέφοντας στο στούντιό του, τον περιέστρεψε 90 μοίρες ώστε να ακουμπά στη βάση που βιδώνεται στον τοίχο, έβαλε υπογραφή «R. MUTT 1917» και βάφτισε το καινούργιο έργο του «Κρήνη».
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, δύο έφηβοι– οι λογαριασμοί τους στο Twitter είναι @TJCruda και @k_vinnn – έχοντας μείνει ασυγκίνητοι από τα καλλιτεχνικά εκθέματα στο Museum of Modern Art του Σαν Φρανσίσκο, αποφάσισαν να κάνουν μία φάρσα: Ακούμπησαν ένα ζευγάρι γυαλιά στο πάτωμα, σε μία από τις αίθουσες του μουσείου.
Απαρατήρητοι, οι δύο φαρσέρ συνέλεγαν με τα κινητά τους τεκμήρια της «Dada» δράσης τους.
Αργότερα, ο ένας από αυτούς, ο δεκαεφτάχρονος T.J. Khayatan ανέβασε φωτογραφίες του ξεκαρδιστικού πειράματος στο Twitter. Οι φωτογραφίες έκαναν τον γύρο του διαδίκτυου. Και τα ερωτήματα που τέθηκαν ξανά είναι: Γιατί οι φιλότεχνοι εξέλαβαν τα «πεταμένα γυαλιά» ως έργο τέχνης; Τελικά, τι ορίζουμε ως «έργο τέχνης», σήμερα;
Το έργο τέχνης έγραφε παλιά η Χάνα Άρεντ «είναι κάτι πολύ περισσότερο από την ψυχολογική κατάσταση του καλλιτέχνη, είναι η αντικειμενική κατάσταση του πολιτιστικού κόσμου, ο οποίος στο βαθμό που εμπεριέχει συγκεκριμένα πράγματα -βιβλία και ζωγραφικούς πίνακες, αγάλματα, κτήρια και μουσική- εμπεριέχει, και πιστοποιεί, ολόκληρο το καταγεγραμμένο παρελθόν χωρών, εθνών, και, εντέλει, ολόκληρης της ανθρωπότητας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το μόνο μη κοινωνικό και αυθεντικό κριτήριο για να κριθούν αυτά τα συγκεκριμένα πολιτιστικά πράγματα είναι η σχετική τους διάρκεια και ακόμη η ενδεχόμενη αθανασία τους. Μόνο ό,τι θα διαρκέσει στους αιώνες μπορεί εν τέλει να ισχυριστεί πώς είναι πολιτιστικό αντικείμενο». Αυτή η άποψη, όμως, θεωρείται σήμερα –στην εποχή δηλαδή του στιγμιαίου και όχι της διάρκειας- ξεπερασμένη! Το πεδίο και η επιφάνεια ως παραδοσιακοί χώροι της ζωγραφικής έχουν εγκαταλειφθεί. Τώρα έχουμε επικολλημένα υλικά, όπως το κολάζ, τον καμβά που κομματιάζει το γεωμετρικό πεδίο, τις συναρμολογήσεις που αποσπώνται από τον τοίχο, ή ακόμα περιβάλλοντα που περικυκλώνουν το άτομο. Σύμφωνα μ’ έναν από τους οπαδούς του νέου κινήματος, τον Licht: «Ουσιαστικά τώρα μπαίνει κανείς στον εσωτερικό χώρο του έργου τέχνης και βρίσκεται μπροστά σε μια σειρά καταστάσεων μάλλον παρά μπροστά σ’ ένα περιορισμένο αντικείμενο».
Τα «πεταμένα γυαλιά» κατά συνέπεια ανήκουν στο περιβάλλον του έργου, το οποίο έχει καταστεί χάπενιγκ, συμβάν. Γιατί η εξάλειψη της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ χώρου και προσώπου, κάθε απόστασης μεταξύ έργου και θεατή γέννησε το... χάπενινγκ. Έτσι, ένας σωρός καρπούζια κι ένας καρπουζοπόλεμος μεταξύ των θεατών συνιστά πλέον... έργο τέχνης. Οι ψαροκασέλες σε μια ψαραγορά με μερικά ψάρια χυμένα κάτω να τα τρώνε οι γάτες είναι πια έργο τέχνης! Η αναγκαία απόσταση, η εξαντικειμενίκευση δηλαδή, ότι απαιτείται για να δει ο άνθρωπος το όλον, να το εποπτεύσει και να το κρίνει δεν υπάρχουν. Δεν εξετάζουμε εδώ τι είναι καλό και τι κακό, απλώς καταγράφουμε την εξέλιξη.
Έτσι, αν αρχικά η «αγορά» κατέστησε τον καλλιτέχνη αυτόνομο, ελεύθερο και διαμορφωτή μιας αντίληψης για τον κόσμο, σήμερα τίποτ’ από όλα αυτά δεν ισχύει. Ο καλλιτέχνης ήταν κάποτε εντός της κοινωνίας, μετά εκτός και τώρα απλώς ένα μέσο παραγωγής. Η τέχνη όπως και κάθε πολιτιστικό προϊόν είναι πια ένα αμιγές εμπόρευμα, όπου τα πάντα -σε μια άπειρη υποκειμενικότητα, άρα ατομικότητα- χωράνε. Όλα «χωράνε» για τώρα, για μια στιγμή, για μια τυχαία, στιγμιαία περιπέτεια του αμφιβληστροειδούς του θεατή, που όταν, όμως, είναι έφηβος, δηλαδή όταν έχει ακόμα «αδιάφθορο» το βλέμμα, κάνει τη σκανταλιά, βάζοντας φωτιά στην εφήμερη βλακεία, τινάζοντας στον αέρα τα τόπια. Μόνο που το σύστημα ενσωματώνει και την ίδια την ανατροπή του, την καθιστά ομοίως χάπενιγκ, δηλαδή εμπορικό προϊόν που δημιουργεί στον θεατή, αν όχι ανία, μικρές ψυχολογικές τρεμούλες και όχι εκείνη τη μεγάλη ταραχή που μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τον κόσμο, όπως σε μια Γκέρνικα, όπως σε μια «κραυγή»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου