Ο Στάθης στον eniko
Θρηνώ για τον Ουμπέρτο Εκο,
αλλά θρηνώ περισσότερο που δεν θα θρηνήσω ποτέ έναν Ελληνα Ουμπέρτο
Εκο. Τουλάχιστον όχι στο όριο της ζωής που μου απομένει (εκτός κι αν στο
μεταξύ έρθουν οι εξωγήινοι, οπότε χαιρέτα μου τους παρόντες
προβληματισμούς κι ό,τι άλλο μάθαμε σ’ αυτήν τη ζήση). Επί του παρόντος,
όμως,
ας μείνουμε σε ορισμένα σημειολογικά από τη ζωή και τον θάνατο του Ουμπέρτο Εκο. Ο Εκο γνώριζε πολύ καλά αρχαία ελληνικά και λατινικά, στα ελληνικά σχολεία όμως τα αρχαία ελληνικά αποκαθηλώνονται και όσον οι ημέρες εξορίζονται κι ενίοτε εξορκίζονται.
Ο Ουμπέρτο Εκο γνώριζε απ’ εξω κι ανακατωτά τη βυζαντινή ιστορία, όχι μόνον ως καθηγητής ιστορικός του Μεσαίωνα, αλλά και ως ελληνιστής που στο Βυζάντιο είδε τη συνέχεια και την εξέλιξη του αρχαίου κόσμου στους μέσους χρόνους, έως την Αναγέννηση, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις στη διαμόρφωση των εθνών εντός, εκτός και μετά το βυζαντινό πλαίσιο σε Δύση κι Ανατολή - απ’ την Ιβηρική ως τη Μεσοποταμία κι απ’ την Αίγυπτο έως τη Μόσχα.
Για το Βυζάντιο η τεράστια πλειοψηφία των Ελλήνων έχει μαύρα μεσάνυχτα. Ορισμένοι ξέρουν πέντε πράγματα για τον Μέγα Κωνσταντίνο, τον Ιουστινιανό και τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, άλλοι -οι πολύ περισσότεροι- νομίζουν ότι το Βυζάντιο ήταν ένα θεοκρατικό κράτος κι άλλοι το υποβάλλουν σε μια ακατανόητη ιδεολογική στοχοποίηση. Παρ’ ότι οι βυζαντινές σπουδές, οι παλαιότερες και οι (θαυμαστές) σύγχρονες, έχουν διακονηθεί με όλο και πιο πλούσια αποτελέσματα από ιστορικούς υλιστές, αριστερούς, ορθολογιστές και πάντως έγκυρους, η χύδην «αριστερά» στην πατρίδα μας
τη βρίσκει να την πέφτει σε αυτό που δεν γνωρίζει και να το δαιμονοποιεί (αποδίδοντάς του ανύπαρκτες υποστάσεις - όπως έκανε και ο Μπαουντολίνο στο φερώνυμο έργο του Εκο, όταν οι δυτικοί, εκεί στα πέριξ του 13ου αιώνα, πίστευαν ακόμα ότι ανατολικώς του Ευφράτη υπάρχει ένας παράξενος κόσμος που ζουν μονοπόδαροι άνθρωποι, πλάσματα χωρίς κεφάλι και φυτά που τραγουδάνε).
Ο Εκο έπαιζε την ιστορία στα δάκτυλα, για αυτό τα βιβλία του είναι ιστορικά κατά τον τρόπο που η ιστορία εγχέεται στα πάντα. Στα ελληνικά σχολεία η Ιστορία έχει κατακοπεί, διδάσκεται αποσπασματικά, ξηρά, χωρίς να βγάζει νόημα, χωρίς να φτιάχνει έναν «χάρτη» των γεγονότων (με αποτέλεσμα πολλοί μαθητές να μην έχουν καμία γνώση ή αίσθημα του ιστορικού χρόνου), διδάσκεται υπό το κράτος των κόμπλεξ εκείνων που η ίδια η Ιστορία τους δείχνει πόσο μισάνθρωποι είναι.
Στα ελληνικά σχολεία η Ιστορία είναι μια παρείσακτη και όσοι ιστορικοί θα ήθελαν να διδάξουν τα ανθρωπιστικά στα ανθρώπινα, λοιδορούνται απ’ τα πράγματα (το αναλυτικό πρόγραμμα) και συχνά εξοστρακίζονται από τους βαλτούς και ιδιοτελείς.
Ο Ουμπέρτο Εκο ήταν ελληνιστής και για αυτό είχε μια οικουμενική αντίληψη για τον κόσμο, σε αντίθεση με τους καθ’ ημάς ανελλήνιστους που είναι ή εθνικιστές ή εθνομηδενιστές. Η Μιχαλολιάκοι ή Λιάκοι.
Στο «Ονομα του Ρόδου» ο Ουμπέρτο Εκο με Χρυσόμαλλο Δέρας το Περί Κωμωδίας του Αριστοτέλη οργανώνει την περιγραφή της διαδρομής του ανθρώπου ανάμεσα στις εξουσίες στη βάση της αμφισβήτησης και της αμφιβολίας. Η δημοκρατία, η απολυταρχία, η σάτιρα, η καταστολή της, η μεταφυσική αγωνία, η παραπλάνηση, η αναζήτηση της αλήθειας, η παρέκβαση, η αγαθή τρέλα, η δαιμονική εξουσιολαγνεία, ο έρωτας, η πορεία προς τη σοφία και τη γαλήνη, οι ιστορικές αλληλοεπιδράσεις, ο φόβος, η αναζήτηση της ελευθερίας, οι αντιθέσεις κα οι συνθέσεις, οι τέχνες, η γραφή, η ανάγνωση και η αφήγηση, οι μύθοι - όλα εξακτινούνται για να κεντήσουν με μαεστρία το τοπίο του πεπερασμένου. Διότι ακόμα και η φαντασία είναι πεπερασμένη εφόσον ο τρόπος που φανταζόμαστε βασίζεται κι αυτός στο πεπερασμένο. Αυτό που διαφορίζει τα πάντα στα γνωστά και στα άγνωστα. Στον «Μπαουντολίνο», μέσα από την αλληγορία που περιγράφει η επαφή του αναδυόμενου, βάρβαρου αλλά γενναίου κόσμου της Δύσης (στο πρόσωπο του Μπαουντολίνο) με τον εκλεπτυσμένο, σοφό αλλά και κουρασμένο κόσμο της Ανατολής (στο πρόσωπο του Νικήτα Χωνιάτη), περιγράφεται η αέναη αλληλοδιαδοχή των κύκλων μιας πραγματικότητας που διαμορφώνεται από την πολεμική φύση του ανθρώπου. Ο δυνάστης που ξεπέφτει δεν είναι λιγότερο δυνάστης απ’ τον δυνάστη που ανέρχεται. Ο Εκο εκτείνει σε βιβλίο ένα μικρό σπαρακτικό κείμενο -τον θρήνο του Νικήτα Χωνιάτη για την καταστροφή από τους Φράγκους της Πόλης των πόλεων- θυμίζοντας στο θύμα ότι ήταν θύτης και θυμίζοντας στη συνέχεια στη νίκη ότι θα ηττηθεί, λέγοντας δηλαδή όλα όσα λέει η λογοτεχνία απ’ τον Ομηρο ως τον Τζόυς.
Ολα αυτά κι άλλα πολύ περισσότερα που δεν είναι του παρόντος, ο Εκο, ένας λάτρης αλλά και δάσκαλος της μαζικής κουλτούρας, τα δημιουργεί βγάζοντας την ιστορία απ’ το μουσείο, συσχετίζοντας τις ιδεολογίες, τη φιλοσοφία και τις θρησκείες με το παραμικρό. Κάτι άκρως διασκεδαστικό, επειδή είναι σοφό, επειδή σε γεμίζει, επειδή σου προκαλεί ευφορία. Ο Εκο, ο Γκορ Βιντάλ, η Γιουρσενάρ δεν βλέπουν στην κάθαρση το τέλος της τραγωδίας, αλλά την αρχή της επόμενης. Κι έτσι, με έναν τρόπο ίσως ανεξήγητο (σε έναν κόσμο που ο πατέρας του είναι ο πόλεμος) η επίγνωση αυτή μάς οδηγεί στην αναζήτηση της αγάπης.
Αν γύρω από την αγάπη περιστρέφεται το μυστήριο της ζωής κι αν γύρω απ τον πόλεμο περιστρέφεται η πραγματικότης του βίου, τότε, ώσπου να μάθουμε κάτι περισσότερο, η σάτιρα, δηλαδή η αυτογνωσία και συνεπώς η επανάσταση, είναι το μόνο μας σκαρί για το ταξίδι, ώσπου απ’ τα χέρια του Οδυσσέα να το πάρει ο Βαρκάρης.
Πολλά είπαμε για πολλά, που απ’ αυτά τα πιο πολλά μάς υπερβαίνουν. Πολύ. Ας μείνουμε σήμερα σε ένα μικρό. Ανθρωποι ημιμαθείς, όπως η αφεντιά μου, ενθαρρύνθηκαν να μάθουν περισσότερα από το έργο ανθρώπων όπως ο Εκο και κατηγορήθηκαν για την ημιμάθειά τους από ανθρώπους μισάνθρωπους, του συρμού και των κλισέ, που θεωρούν τον εαυτό τους ελίτ. Αυτούς να φοβάσθε! Αυτούς που σας αποθαρρύνουν αντί να σας ενθαρρύνουν. Για τον αμαθή, τον ημιμαθή, τον πτωχό τω πνεύματι, για τη χάρη τους υπάρχουν οι Αϊνστάιν και οι Σαίξπηρ...
ας μείνουμε σε ορισμένα σημειολογικά από τη ζωή και τον θάνατο του Ουμπέρτο Εκο. Ο Εκο γνώριζε πολύ καλά αρχαία ελληνικά και λατινικά, στα ελληνικά σχολεία όμως τα αρχαία ελληνικά αποκαθηλώνονται και όσον οι ημέρες εξορίζονται κι ενίοτε εξορκίζονται.
Ο Ουμπέρτο Εκο γνώριζε απ’ εξω κι ανακατωτά τη βυζαντινή ιστορία, όχι μόνον ως καθηγητής ιστορικός του Μεσαίωνα, αλλά και ως ελληνιστής που στο Βυζάντιο είδε τη συνέχεια και την εξέλιξη του αρχαίου κόσμου στους μέσους χρόνους, έως την Αναγέννηση, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις στη διαμόρφωση των εθνών εντός, εκτός και μετά το βυζαντινό πλαίσιο σε Δύση κι Ανατολή - απ’ την Ιβηρική ως τη Μεσοποταμία κι απ’ την Αίγυπτο έως τη Μόσχα.
Για το Βυζάντιο η τεράστια πλειοψηφία των Ελλήνων έχει μαύρα μεσάνυχτα. Ορισμένοι ξέρουν πέντε πράγματα για τον Μέγα Κωνσταντίνο, τον Ιουστινιανό και τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, άλλοι -οι πολύ περισσότεροι- νομίζουν ότι το Βυζάντιο ήταν ένα θεοκρατικό κράτος κι άλλοι το υποβάλλουν σε μια ακατανόητη ιδεολογική στοχοποίηση. Παρ’ ότι οι βυζαντινές σπουδές, οι παλαιότερες και οι (θαυμαστές) σύγχρονες, έχουν διακονηθεί με όλο και πιο πλούσια αποτελέσματα από ιστορικούς υλιστές, αριστερούς, ορθολογιστές και πάντως έγκυρους, η χύδην «αριστερά» στην πατρίδα μας
τη βρίσκει να την πέφτει σε αυτό που δεν γνωρίζει και να το δαιμονοποιεί (αποδίδοντάς του ανύπαρκτες υποστάσεις - όπως έκανε και ο Μπαουντολίνο στο φερώνυμο έργο του Εκο, όταν οι δυτικοί, εκεί στα πέριξ του 13ου αιώνα, πίστευαν ακόμα ότι ανατολικώς του Ευφράτη υπάρχει ένας παράξενος κόσμος που ζουν μονοπόδαροι άνθρωποι, πλάσματα χωρίς κεφάλι και φυτά που τραγουδάνε).
Ο Εκο έπαιζε την ιστορία στα δάκτυλα, για αυτό τα βιβλία του είναι ιστορικά κατά τον τρόπο που η ιστορία εγχέεται στα πάντα. Στα ελληνικά σχολεία η Ιστορία έχει κατακοπεί, διδάσκεται αποσπασματικά, ξηρά, χωρίς να βγάζει νόημα, χωρίς να φτιάχνει έναν «χάρτη» των γεγονότων (με αποτέλεσμα πολλοί μαθητές να μην έχουν καμία γνώση ή αίσθημα του ιστορικού χρόνου), διδάσκεται υπό το κράτος των κόμπλεξ εκείνων που η ίδια η Ιστορία τους δείχνει πόσο μισάνθρωποι είναι.
Στα ελληνικά σχολεία η Ιστορία είναι μια παρείσακτη και όσοι ιστορικοί θα ήθελαν να διδάξουν τα ανθρωπιστικά στα ανθρώπινα, λοιδορούνται απ’ τα πράγματα (το αναλυτικό πρόγραμμα) και συχνά εξοστρακίζονται από τους βαλτούς και ιδιοτελείς.
Ο Ουμπέρτο Εκο ήταν ελληνιστής και για αυτό είχε μια οικουμενική αντίληψη για τον κόσμο, σε αντίθεση με τους καθ’ ημάς ανελλήνιστους που είναι ή εθνικιστές ή εθνομηδενιστές. Η Μιχαλολιάκοι ή Λιάκοι.
Στο «Ονομα του Ρόδου» ο Ουμπέρτο Εκο με Χρυσόμαλλο Δέρας το Περί Κωμωδίας του Αριστοτέλη οργανώνει την περιγραφή της διαδρομής του ανθρώπου ανάμεσα στις εξουσίες στη βάση της αμφισβήτησης και της αμφιβολίας. Η δημοκρατία, η απολυταρχία, η σάτιρα, η καταστολή της, η μεταφυσική αγωνία, η παραπλάνηση, η αναζήτηση της αλήθειας, η παρέκβαση, η αγαθή τρέλα, η δαιμονική εξουσιολαγνεία, ο έρωτας, η πορεία προς τη σοφία και τη γαλήνη, οι ιστορικές αλληλοεπιδράσεις, ο φόβος, η αναζήτηση της ελευθερίας, οι αντιθέσεις κα οι συνθέσεις, οι τέχνες, η γραφή, η ανάγνωση και η αφήγηση, οι μύθοι - όλα εξακτινούνται για να κεντήσουν με μαεστρία το τοπίο του πεπερασμένου. Διότι ακόμα και η φαντασία είναι πεπερασμένη εφόσον ο τρόπος που φανταζόμαστε βασίζεται κι αυτός στο πεπερασμένο. Αυτό που διαφορίζει τα πάντα στα γνωστά και στα άγνωστα. Στον «Μπαουντολίνο», μέσα από την αλληγορία που περιγράφει η επαφή του αναδυόμενου, βάρβαρου αλλά γενναίου κόσμου της Δύσης (στο πρόσωπο του Μπαουντολίνο) με τον εκλεπτυσμένο, σοφό αλλά και κουρασμένο κόσμο της Ανατολής (στο πρόσωπο του Νικήτα Χωνιάτη), περιγράφεται η αέναη αλληλοδιαδοχή των κύκλων μιας πραγματικότητας που διαμορφώνεται από την πολεμική φύση του ανθρώπου. Ο δυνάστης που ξεπέφτει δεν είναι λιγότερο δυνάστης απ’ τον δυνάστη που ανέρχεται. Ο Εκο εκτείνει σε βιβλίο ένα μικρό σπαρακτικό κείμενο -τον θρήνο του Νικήτα Χωνιάτη για την καταστροφή από τους Φράγκους της Πόλης των πόλεων- θυμίζοντας στο θύμα ότι ήταν θύτης και θυμίζοντας στη συνέχεια στη νίκη ότι θα ηττηθεί, λέγοντας δηλαδή όλα όσα λέει η λογοτεχνία απ’ τον Ομηρο ως τον Τζόυς.
Ολα αυτά κι άλλα πολύ περισσότερα που δεν είναι του παρόντος, ο Εκο, ένας λάτρης αλλά και δάσκαλος της μαζικής κουλτούρας, τα δημιουργεί βγάζοντας την ιστορία απ’ το μουσείο, συσχετίζοντας τις ιδεολογίες, τη φιλοσοφία και τις θρησκείες με το παραμικρό. Κάτι άκρως διασκεδαστικό, επειδή είναι σοφό, επειδή σε γεμίζει, επειδή σου προκαλεί ευφορία. Ο Εκο, ο Γκορ Βιντάλ, η Γιουρσενάρ δεν βλέπουν στην κάθαρση το τέλος της τραγωδίας, αλλά την αρχή της επόμενης. Κι έτσι, με έναν τρόπο ίσως ανεξήγητο (σε έναν κόσμο που ο πατέρας του είναι ο πόλεμος) η επίγνωση αυτή μάς οδηγεί στην αναζήτηση της αγάπης.
Αν γύρω από την αγάπη περιστρέφεται το μυστήριο της ζωής κι αν γύρω απ τον πόλεμο περιστρέφεται η πραγματικότης του βίου, τότε, ώσπου να μάθουμε κάτι περισσότερο, η σάτιρα, δηλαδή η αυτογνωσία και συνεπώς η επανάσταση, είναι το μόνο μας σκαρί για το ταξίδι, ώσπου απ’ τα χέρια του Οδυσσέα να το πάρει ο Βαρκάρης.
Πολλά είπαμε για πολλά, που απ’ αυτά τα πιο πολλά μάς υπερβαίνουν. Πολύ. Ας μείνουμε σήμερα σε ένα μικρό. Ανθρωποι ημιμαθείς, όπως η αφεντιά μου, ενθαρρύνθηκαν να μάθουν περισσότερα από το έργο ανθρώπων όπως ο Εκο και κατηγορήθηκαν για την ημιμάθειά τους από ανθρώπους μισάνθρωπους, του συρμού και των κλισέ, που θεωρούν τον εαυτό τους ελίτ. Αυτούς να φοβάσθε! Αυτούς που σας αποθαρρύνουν αντί να σας ενθαρρύνουν. Για τον αμαθή, τον ημιμαθή, τον πτωχό τω πνεύματι, για τη χάρη τους υπάρχουν οι Αϊνστάιν και οι Σαίξπηρ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου