Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

«Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς μια οικονομική πολιτική, αλλά ένα ολόκληρο σύστημα λογικής»

CT-CM-Photo-WendyBrown (1)

Συνέντευξη της Γουέντι Μπράουν
Μιλάει για τον νεοφιλελευθερισμό ως πολιτική ορθολογικότητα, τις αντιστάσεις και το όραμα της δημοκρατίας

Η Γουέντι Μπράουν είναι καθηγήτρια Πολιτικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϋ. Τα πεδία ενδιαφέροντός της περιλαμβάνουν την ιστορία της πολιτικής θεωρίας, αλλά και τα σύγχρονα προβλήματα πολιτικής θεωρίας με έμφαση την κυριαρχία, την κριτική και τον ανθρωπισμό, την αυτονομία του πολιτικού και τον νεοφιλελευθερισμό. Στα αγγλικά, μεταξύ άλλων, κυκλοφορούν τα βιβλία της A Feminist Reading in Political Theory (Rowman and Littlefield, 1988), Politics Out of History (Princeton University Press, 2001), Walled States, Waning Sovereignty (Zone Books, 2010) και το πιο πρόσφατο Undoing the Demos: Neoliberalism’s Stealth Revolution (Zone Books, 2015).
Τη συνέντευξη πήραν η Αθηνά Αθανασίου, η Αιμιλία Κουκούμα και η Μαρία Χαϊδοπούλου-Βρυχέα 
μετάφραση: Αιμιλία Κουκούμα

Στο τελευταίο σας βιβλίο (Undoing the Demos: Neoliberalisms Stealth Revolution), διερευνάτε τον νεοφιλελευθερισμό σε αντιδιαστολή με τη δημοκρατία. Τι σημαίνει η υπαγωγή της πολιτικής στη λογική της ανταγωνιστικότητας και των αγορών; Πως λειτουργεί ο νεοφιλελευθερισμός ως τρόπος διακυβέρνησης; 
Από τη στιγμή που το νεοφιλελεύθερο όραμα οργανώνει κάθε δραστηριότητα στη λογική της αγοράς θεωρώντας ότι κάθε άτομο δρα αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια, η δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει. Η εξουσία του λαού (δημο-κρατία) εξαρτάται από τη λαϊκή κυριαρχία, και αυτή με τη σειρά της από την ισότιμη πρόσβαση στην πολιτική εξουσία. Οι αγορές δεν έχουν καμιά χρησιμότητα για τη λαϊκή κυριαρχία ή την ισότητα και είναι οργανωμένες στη βάση τόσο των αρχών του ανταγωνισμού, των κερδισμένων και των χαμένων, όσο και δυνάμεων που δεν υπάγονται σε οποιονδήποτε έλεγχο. Κατά συνέπεια, όταν οι αρχές της αγοράς κυριαρχούν στην πολιτική ζωή, δεν διαβρώνουν απλώς τη δημοκρατία, αλλά λεηλατούν το νόημά της και επιτίθενται στην ίδια την αξία της. Η θεώρηση των αγορών ως υπέρτατης αξίας από τον νεοφιλελευθερισμό αποτελεί έναν πόλεμο ενάντια στη δημοκρατία.
Ωστόσο, οι μαρξιστές έχουν την τάση να βλέπουν τον νεοφιλελευθερισμό ως μια επιτυχημένη εκστρατεία του κεφαλαίου για την εργαλειοποίηση του κράτους και των μεταεθνικών οργανισμών με σκοπό την απελευθέρωση των αγορών και την παροχή κάθε πλεονεκτήματος στο κεφάλαιο, από φοροελαφρύνσεις μέχρι τις ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων αγαθών. Δεν είναι λάθος, αλλά είναι αρκετά ανεπαρκές για την κατανόηση του τι συνέβη τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι απλώς μια οικονομική πολιτική, αλλά ένα ολόκληρο σύστημα λογικής μέσω του οποίου μας κυβερνούν και αφορά τόσο το κρατικό επίπεδο όσο και τα σχολεία, τις φυλακές, τις κοινωνικές υπηρεσίες και τους χώρους εργασίας. Ο νεοφιλελευθερισμός ανακατασκευάζει την κοινωνική σφαίρα, τις κοινωνικές σχέσεις και το άτομο εντός ενός μοντέλου αγοράς· και ανακατασκευάζει τόσο την πολιτική ζωή και το κράτος όσο και τη δημοκρατία. Όπως η ίδια η Θάτσερ είχε πει: «Τα οικονομικά είναι μια μέθοδος, ο στόχος είναι να αλλάξουμε την ψυχή». Ως εκ τούτου, η «ανάληψη ευθύνης» (responsibilization), η «παροχή κινήτρων» (incentivization) και μια ολόκληρη σειρά από «καλές πρακτικές» που είναι διαδεδομένες σε σχολεία, νοσοκομεία, χώρους εργασίας και κυβερνήσεις μετατρέπονται σε εργαλεία του νεοφιλελευθερισμού ως μια πολιτική ορθολογικότητα.

Συνεπώς, όπως εξηγείτε και στο βιβλίο, τα σύγχρονα νεοφιλελεύθερα καθεστώτα «αναιρούν το δήμο». Θα μπορούσε αυτή η έννοια να αμφισβητήσει τη θεμελιώδη καπιταλιστική και νεοφιλελεύθερη έννοια του «ανθρώπινου κεφαλαίου»;
Στη νεοφιλελευθεροποιημένη δημοκρατία, όταν οι άνθρωποι γίνονται αντιληπτοί ως αμιγώς οικονομικά όντα, ένα από τα αποτελέσματα είναι η αποσύνθεση του δήμου και η αποδυνάμωση της ιδιότητας του πολίτη. Κάθε μεμονωμένο και ατομικό κομμάτι του ανθρώπινου κεφαλαίου έχει ως σκοπό την αύξηση της αξίας του και την ισχυροποίηση της ανταγωνιστικής του θέσης, ως προς τα άλλα αντίστοιχα. Κατά συνέπεια,   δεν υπάρχει προσανατολισμός προς ένα δημόσιο ή κοινό αγαθό και καμιά προσδοκία να συγκροτήσουν από κοινού την εξουσία ως λαός.
Επιπλέον, υπάρχει η νεοφιλελεύθερη ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης με στόχο τον ριζικό μετασχηματισμό της και μια μετατόπιση από τη δημόσια επένδυση για την εκπαίδευση των μελλοντικών πολιτών στις ιδιωτικές επενδύσεις για την εξασφάλιση οικονομικών αξιών και ατομικών εισοδημάτων. Ως εκ τούτου, τα πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών τα οποία επικεντρώνονταν στην παροχή βαθιάς και κριτικής γνώσης του παρόντος και του μέλλοντος δεν μπορούν να επιβιώσουν. Τα πανεπιστήμια αναγκάζονται να μετατραπούν σε υψηλού επιπέδου Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης στα οποία κάθε μάθημα υπόσχεται μια καλή απόδοση της «επένδυσης», ενώ τα άτομα συχνά χρηματοδοτούν μέσω δανεισμού αυτήν τους την επένδυση.
Άρα, η ανάπτυξη της ιδιότητας του πολίτη για την κατανόηση των σύγχρονων δύσκολων καταστάσεων σε ένα σύνθετο κόσμο εγκαταλείπεται και σε αυτό το σημείο επανέρχεται η σημασία του δήμου. Καταλήγουμε να είμαστε οικονομικοί δρώντες και  το βασικό ερώτημα είναι σε ποιους έχει αφεθεί η διακυβέρνηση. Στους ειδικούς; Στις αγορές; Στους διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας; Στο μεγάλο κεφάλαιο; Ή απλώς στις μεγάλες τράπεζες; Είμαστε έτοιμοι να παραδώσουμε το όραμα της δημοκρατίας σε οποιονδήποτε ή σε όλους τους παραπάνω;
Εάν θέλουμε έναν κόσμο που θα συνδέεται με σκοπούς πέρα από την επιβίωση των αγορών, έναν κόσμο στον οποίο οι εθνικές και μετα-εθνικές προσδοκίες θα δεσμεύονται με αξιοπρεπείς και βιώσιμους τρόπους ζωής για τους ανθρώπους και το μέλλον του πλανήτη, τότε ναι, ο δήμος πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο.

Paul Delvaux - Ruined palace

PAUL DELVAUX – RUINED PALACE

Στη θεώρησή σας για το νεοφιλελευθερισμό ως μια «πολιτική ορθολογικότητα» φαίνεται ότι ακολουθείτε τον Φουκώ. Την ίδια στιγμή, εμφανίζεστε να αποκλίνετε από την άποψή του, ακριβώς επειδή στην ανάλυσή του δεν εμπερικλείει το ερώτημα για το δήμο. Πως θα βλέπατε μια «συνομιλία» μεταξύ του μαρξισμού και του έργου του Φουκώ σήμερα; 
Με αυτό ακριβώς ασχολούμαι αυτήν την περίοδο και, όπως και πολλοί άλλοι, προσπαθώ να διατυπώσω χρήσιμες αναλύσεις για την τρέχουσα κατάσταση. Ο Μαρξ δεν έδωσε μεγάλη έμφαση στο κράτος και γενικότερα στην πολιτική εξουσία, τον ψυχισμό, τους κανόνες και τις εξουσίες του λόγου για την κατασκευή του κόσμου. Ωστόσο, παραμένει ο βασικότερος θεωρητικός των μηχανισμών και της δυναμικής του κεφαλαίου, ακόμα κι αν αυτή η θεωρία απαιτεί επικαιροποίηση. Ο Φουκώ, εν μέρει έχοντας «αλλεργία» στον Μαρξ και τον Φρόυντ, δεν έδωσε μεγάλη έμφαση στο κεφάλαιο και στον ψυχισμό για τη την κατανόηση της σύγχρονης ιστορίας. Ωστόσο, παραμένει και ο βασικότερος θεωρητικός της διάδοσης της εξουσίας σε ολόκληρη την κοινωνία, των μη-κυρίαρχων τρόπων κυβέρνησης (ή αυτό που αποκαλούσε κυβερνητικότητα), ης δυνατότητας της εξουσίας να συγκροτεί συγκεκριμένα είδη υποκειμένων (και όχι απλώς να τα καταπιέζει) και της ανοιχτής, μη καθολικής και μη προοδευτικής φύσης της ιστορίας. Κανένας από τους δυο θεωρητικούς δεν έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη δημοκρατία και δεν διατύπωσε μια θεωρία για τη φύση της πολιτικής εξουσίας ως «λήψη αποφάσεων» ή της πολιτικής εξουσίας που συνδέεται με την τεχνοκρατία. Όλα τα παραπάνω πρέπει να τα σκεφτόμαστε σήμερα. Συνεπώς, χρειαζόμαστε και τους δυο θεωρητικούς και πολλά περισσότερα.

Πώς αξιολογείτε τις τρέχουσες πρακτικές αντίστασης στο νεοφιλελευθερισμό και στα καθεστώτα λιτότητας; Υπάρχουν δυνατότητες αποτελεσματικής αντίστασης στην ολοκληρωτική λογική της εξουσίας;
Οι νεοφιλελεύθεροι φιλοδοξούν να μετατρέψουν τον νεοφιλελευθερισμό σε μια ολοκληρωτική λογική και η δική μου κριτική μπορεί να αναδεικνύει αυτά τα χαρακτηριστικά, αλλά αυτό είναι λάθος. Στην πραγματικότητα, ο νεοφιλελευθερισμός είναι μια συνεχώς μεταβαλλόμενη μίξη ιδεών και πρακτικών που εμφανίζονται  με διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικά μέρη και «διασταυρώνονται» με άλλες λογικές και τρόπους διακυβέρνησης και άλλα ιστορικά πλαίσια — από τον Κομφουκιανισμό στο Ουμπούντου και στον ρεπουμπλικανισμό ή ακόμη και στην κοινωνική δημοκρατία. Και όπως γνωρίζει αρκετά καλά ο ελληνικός λαός, υπάρχουν άφθονα παραδείγματα οργανωμένης αντίστασης. Ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Ποδέμος, το Σιν Φέιν και πιο πρόσφατα η ανταπάντηση των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο στις νεοφιλελεύθερες αξίες και η πτέρυγα Σάντερς του Δημοκρατικού κόμματος στις ΗΠΑ αποτελούν όψεις αυτής της αντίστασης σε επίπεδο πολιτικών κομμάτων. Παράλληλα, τα κινήματα όπως το Occupy, του πάρκου Γκεζί, των αγανακτισμένων, το κίνημα 15$/ώρα στις ΗΠΑ μαζί με τις κινητοποιήσεις των φοιτητών στη Νότια Αφρική, στη Χιλή, στη Βουλγαρία, στην Ολλανδία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις ΗΠΑ και στο Κεμπέκ, είναι όλα παραδείγματα μαζικής λαϊκής αντίστασης. Ας δούμε τι θα συμβεί στο Παρίσι με αφορμή τη διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή: αν οι ανησυχίες για την ασφάλεια δεν εμποδίσουν τις κινητοποιήσεις, μπορούμε να περιμένουμε μια ευφυή δημόσια αντίσταση ενάντια στην εμπορευματοποίηση σε ό,τι έχει απομείνει από το μέλλον του πλανήτη.

Πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια, είχατε δημοσιεύσει ένα πολύ σημαντικό άρθρο για την «αντίσταση στην αριστερή μελαγχολία». Πώς αντιλαμβάνεστε την αριστερή μελαγχολία σήμερα σε σχέση με την τρέχουσα ευρωπαϊκή συγκυρία; 
Νομίζω ότι έχουμε ξεπεράσει την αριστερή μελαγχολία. Η Αριστερά είχε μια μελαγχολική προσήλωση σε σαφείς γραμμές μάχης (ταξική ανάλυση και μόνο), σε μια  ξεκάθαρη πορεία από το άδικο παρόν σε ένα λυτρωτικό μέλλον (διαλεκτικό, προοδευτικό, καθολικό) και σε μια επιστημολογική βεβαιότητα και οντολογική ομοιομορφία. Ευτυχώς, για τη νέα γενιά αυτό δεν έχει σχέση με τη σημερινή Αριστερά. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε υπερβολικά δύσκολες καταστάσεις. Ποτέ δεν είχε υπάρξει πιο ισχυρός αντίπαλος από το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια βαθιά αβεβαιότητα σχετικά με το πρόταγμα της δικαιοσύνης και της βιωσιμότητας ως εναλλακτικές προτάσεις απέναντι στον σημερινό έντονα παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Επιπλέον, υπάρχει και το ISIS, οι προσφυγικές κρίσεις, η αυξημένη επισφάλεια, η συγκέντρωση ανθρώπων σε παγκόσμιες παραγκουπόλεις και ένα ρολόι που χτυπά για την κλιματική αλλαγή. Συνεπώς, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μεγάλες προκλήσεις και το πρόβλημά μας δεν είναι η μελαγχολία. Βέβαια, η κατά το παρελθόν μελαγχολική προσκόλληση σε φαντασιώσεις καλύτερων ημερών ασφαλώς ενδυναμώνει την άνοδο των ρατσιστικών και φασιστικών λαϊκών κινημάτων και γι’ αυτό το λόγο χρειάζεται  να είμαστε αρκετά προσεκτικοί και να την αντιπαλέψουμε.
enthemata.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου