Οικογένεια Αγγελόπουλοι "ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ"
Στην περιβόητη λίστα με τους «163 οικονομικούς μεγαλοδωσίλογους, οι οποίοι κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής», δεύτερο όνομα στη σειρά είναι αυτό των προγόνων της ιστορικής επιχειρηματικής δυναστείας των καθόλα ευυπόληπτων σύγχρονων συνεχιστών της μεταπολεμικής «Χαλυβουργικής» και των δορυφορικών ενασχολήσεων τους. «Αγγελόπουλος Θ. & Υιοί, επιχειρηματίες», αναγράφεται στο βιβλίο-ντοκουμέντο που κυκλοφόρησε στις αρχές της περσινής χρονιάς, δημιούργησε σάλο- παρά την άρνηση κάποιων διαπλεκόμενων καναλαρχών να το γνωστοποιήσουν - πλην όμως δημόσια το περιεχόμενό του δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν. Ο συγγραφέας και ιστορικός Δημοσθένης Κούκουνας, ξετυλίγει σε ξεχωριστό κεφάλαιο, τα απαράμιλλα κατορθώματα της οικονομικής συνεργασίας της οικογένειας Αγγελόπουλων με τους Ναζί της κατοχής, 1941-44.
Σύμφωνα πάντα με όσα έχει καταγράψει ο κ. Κούκουνας και τα έχει δημοσιοποιήσει και σε αρθρογραφία του σε ανύποπτους χρόνους («Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», είναι ο ακριβής τίτλος του βιβλίου), πρωτεργάτης της συνεργασίας της οικογένειας Αγγελόπουλων με τους Γερμανούς κατακτητές ήταν ο «πάτερ φαμίλιας», Θεόδωρος Αγγελόπουλος.
Μέτοχοι στην μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση με τους Ναζί, σύμφωνα με τον ανωτέρω συγγραφέα, ήταν τα παιδιά του, Άγγελος Αγγελόπουλος (καθηγητής Οικονομικών), Παναγιώτης και Δημήτριος, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1986 από την οργάνωση « Ε.Ο 17Ν». Εγγονοί και σύγχρονοι συνεχιστές του οικονομικού «θαύματος» της μεγάλης επιχειρηματικής παράδοσης, οι Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος και Θεόδωρος Αγγελόπουλος (υιοί ενός εκ των μετόχων της Ελληνογερμανικής κατοχικής συνεργασίας, του Παναγιώτη Αγγελόπουλου). Μετέπειτα συνεχιστές της προόδου, οι υιοί του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου, ο Παναγιώτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος.
Κατά τα ιστορικά ντοκουμέντα που παρατίθενται, οι «συνεργάτες των Γερμανών αδερφοί Αγγελόπουλοι», προέβαιναν σε μια σειρά οχυρωματικών έργων επ' ωφελεία του γερμανικού στρατού Κατοχής και μεταξύ αυτών, κατασκεύαζαν με σίδερο και ατσάλι συρματοπλέγματα για τους Έλληνες αιχμαλώτους που συγκεντρώνονταν στα στρατόπεδα κράτησης και εκτέλεσής τους.
«Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες. Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους», γράφει ο ιστορικός Δ. Κούκουνας, στο «καυτό κεφάλαιο» με τη δημοσιοποίηση της λίστας. Και συνεχίζει: «Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές. Εμπορεύτηκαν τη δυστυχία του λαού μας εκείνη την κρίσιμη ώρα. Κατά βάθος δεν είναι οι «έξυπνοι» που κατόρθωσαν να επιπλεύσουν. Είναι οι άτιμοι και οι ανέντιμοι που σε ώρα εσχάτης δυστυχίας δεν αδιαφόρησαν μόνο για τον διπλανό τους που έψαχνε στα σκουπίδια για μια μπουκιά, αλλά του αφαίρεσαν από το λιπόσαρκο σαρκίο του τις ελάχιστες ρανίδες αίματος που του είχαν απομείνει. Δεν είναι σχήμα εντυπωσιασμού. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι στη χρονική εκείνη φάση καταστροφής και διάλυσης, ο κατακτητής ανέθετε σε κάποιους εκλεκτούς του τις προμήθειες ειδών που χρειαζόταν και τις κατασκευές οχυρωματικών και άλλων έργων που θεωρούσε απαραίτητες. Όταν μιλάμε για προμήθειες ειδών, εννοούμε όλο το φάσμα παραγωγής, διότι ο κατακτητής (επικαλούμενος μάλιστα και το διεθνές δίκαιο) έπρεπε να τραφεί και να ξενισθεί στον κατακτημένο τόπο. Η επιμελητεία των Αρχών Κατοχής θεωρούσε τα τιμολόγια των προμηθευτών (κατά κανόνα υπερτιμολογημένα) και τα υπέγραφε, ώστε να τα προσκομίζει προς εξόφληση στην Τράπεζα της Ελλάδος. Έτσι συνέβαινε ο πληθωρισμός να διογκούται και το χρήμα να χάνει ακόμη περισσότερο την αξία του», καταλήγει ο ιστορικός.
ΠΗΓΗ: Από ανάρτηση της Ρανια Λημνιου
Στην περιβόητη λίστα με τους «163 οικονομικούς μεγαλοδωσίλογους, οι οποίοι κερδοσκόπησαν και πλούτισαν επί Κατοχής», δεύτερο όνομα στη σειρά είναι αυτό των προγόνων της ιστορικής επιχειρηματικής δυναστείας των καθόλα ευυπόληπτων σύγχρονων συνεχιστών της μεταπολεμικής «Χαλυβουργικής» και των δορυφορικών ενασχολήσεων τους. «Αγγελόπουλος Θ. & Υιοί, επιχειρηματίες», αναγράφεται στο βιβλίο-ντοκουμέντο που κυκλοφόρησε στις αρχές της περσινής χρονιάς, δημιούργησε σάλο- παρά την άρνηση κάποιων διαπλεκόμενων καναλαρχών να το γνωστοποιήσουν - πλην όμως δημόσια το περιεχόμενό του δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν. Ο συγγραφέας και ιστορικός Δημοσθένης Κούκουνας, ξετυλίγει σε ξεχωριστό κεφάλαιο, τα απαράμιλλα κατορθώματα της οικονομικής συνεργασίας της οικογένειας Αγγελόπουλων με τους Ναζί της κατοχής, 1941-44.
Σύμφωνα πάντα με όσα έχει καταγράψει ο κ. Κούκουνας και τα έχει δημοσιοποιήσει και σε αρθρογραφία του σε ανύποπτους χρόνους («Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια», είναι ο ακριβής τίτλος του βιβλίου), πρωτεργάτης της συνεργασίας της οικογένειας Αγγελόπουλων με τους Γερμανούς κατακτητές ήταν ο «πάτερ φαμίλιας», Θεόδωρος Αγγελόπουλος.
Μέτοχοι στην μεγάλη οικογενειακή επιχείρηση με τους Ναζί, σύμφωνα με τον ανωτέρω συγγραφέα, ήταν τα παιδιά του, Άγγελος Αγγελόπουλος (καθηγητής Οικονομικών), Παναγιώτης και Δημήτριος, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1986 από την οργάνωση « Ε.Ο 17Ν». Εγγονοί και σύγχρονοι συνεχιστές του οικονομικού «θαύματος» της μεγάλης επιχειρηματικής παράδοσης, οι Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος και Θεόδωρος Αγγελόπουλος (υιοί ενός εκ των μετόχων της Ελληνογερμανικής κατοχικής συνεργασίας, του Παναγιώτη Αγγελόπουλου). Μετέπειτα συνεχιστές της προόδου, οι υιοί του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου, ο Παναγιώτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος.
Κατά τα ιστορικά ντοκουμέντα που παρατίθενται, οι «συνεργάτες των Γερμανών αδερφοί Αγγελόπουλοι», προέβαιναν σε μια σειρά οχυρωματικών έργων επ' ωφελεία του γερμανικού στρατού Κατοχής και μεταξύ αυτών, κατασκεύαζαν με σίδερο και ατσάλι συρματοπλέγματα για τους Έλληνες αιχμαλώτους που συγκεντρώνονταν στα στρατόπεδα κράτησης και εκτέλεσής τους.
«Δεν είναι απαραιτήτως όλοι αυτοί μαυραγορίτες. Είναι όμως όλοι τους εκείνοι που δεν δίστασαν να συναλλαγούν με τις Αρχές Κατοχής, αναλαμβάνοντας προμήθειες ή κατασκευές για λογαριασμό τους», γράφει ο ιστορικός Δ. Κούκουνας, στο «καυτό κεφάλαιο» με τη δημοσιοποίηση της λίστας. Και συνεχίζει: «Την ώρα που άλλοι συνάδελφοί τους πεινούσαν και δυστυχούσαν, που κυριολεκτικά δεν είχαν να θρέψουν την οικογένειά τους, που δεν μπορούσαν να διατηρήσουν τις επιχειρήσεις τους ή για λόγους αρχής δεν δέχονταν να ασκήσουν το επάγγελμά τους υπό τις συνθήκες αυτές, οι άνθρωποι αυτοί έσπευσαν με περισσή προθυμία να υπηρετήσουν τον κατακτητή ως νεροκουβαλητές. Εμπορεύτηκαν τη δυστυχία του λαού μας εκείνη την κρίσιμη ώρα. Κατά βάθος δεν είναι οι «έξυπνοι» που κατόρθωσαν να επιπλεύσουν. Είναι οι άτιμοι και οι ανέντιμοι που σε ώρα εσχάτης δυστυχίας δεν αδιαφόρησαν μόνο για τον διπλανό τους που έψαχνε στα σκουπίδια για μια μπουκιά, αλλά του αφαίρεσαν από το λιπόσαρκο σαρκίο του τις ελάχιστες ρανίδες αίματος που του είχαν απομείνει. Δεν είναι σχήμα εντυπωσιασμού. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι στη χρονική εκείνη φάση καταστροφής και διάλυσης, ο κατακτητής ανέθετε σε κάποιους εκλεκτούς του τις προμήθειες ειδών που χρειαζόταν και τις κατασκευές οχυρωματικών και άλλων έργων που θεωρούσε απαραίτητες. Όταν μιλάμε για προμήθειες ειδών, εννοούμε όλο το φάσμα παραγωγής, διότι ο κατακτητής (επικαλούμενος μάλιστα και το διεθνές δίκαιο) έπρεπε να τραφεί και να ξενισθεί στον κατακτημένο τόπο. Η επιμελητεία των Αρχών Κατοχής θεωρούσε τα τιμολόγια των προμηθευτών (κατά κανόνα υπερτιμολογημένα) και τα υπέγραφε, ώστε να τα προσκομίζει προς εξόφληση στην Τράπεζα της Ελλάδος. Έτσι συνέβαινε ο πληθωρισμός να διογκούται και το χρήμα να χάνει ακόμη περισσότερο την αξία του», καταλήγει ο ιστορικός.
ΠΗΓΗ: Από ανάρτηση της Ρανια Λημνιου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου